Παρασκευή 26 Φεβρουαρίου 2021

ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΧΩΡΙΣ ΚΑΜΙΑ ΙΔΙΑΙΤΕΡΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ, ΟΧΙ ΑΙΣΘΑΝΤΙΚΟΤΗΤΑ, ΟΧΙ ΑΠΟΓΟΗΤΕΥΜΕΝΟΙ, ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΑΠΛΩΣ (μα ποιος με πόνο θα μιλήσει για όλα αυτά;)

 Ένα χώρο να σταθούμε ζητήσαμε, δίχως υποτιθέμενα προνόμια ή ξέχωρη αξία.

Ένα αναγκαίο υστέρημα εις όλους περιττόν (κι η ευαισθησία σε τέτοιες στιγμές τι χρησιμεύει;)

Όπως λ.χ. ο Γιώργος Τάδε φίλος λυρικός ποιητής ποζάρει επιμελώς και πείσμων στα πάνω ράφια των επαρχιακών βιβλιοπωλείων

 Όπως στο θερινό κινηματογράφο που δεν πειράζεται από τη νόηση των φιλησύχων ημερομισθίων της συνοικίας.

Είμαστε συνεπώς πολύ ικανοποιημένοι πιστεύοντας –οψίμως- ασυζητητί σε σοφότατα προγονικά αποφθέγματα.

Να πούμε το «ουκ εν τω πολλω το ευ» ή «μηδέν άγαν» και τα παρόμοια.

Ενδεδυμένοι ευπρεπώς με καινουργή ενδύματα και γραβάτες ημίμαυρες παρελθούσης νεότητος.

Διηγούμαστε, εν κύκλω στενώ πως τη ζωή μας τυράννησε ένας άγονος έρωτας –πριν τόσα ή τόσα χρόνια- μια απασχόληση κι αυτό, να μην το έχεις ακόμα ξεχάσει.

Σε μια δεδομένη ηλικία δεν αρνιούμαστε πως γράψαμε και στίχους – ω νεότης, μ’ ένα χαμόγελο συγκαταβατικό

Ή διαβάσαμε την «Άννα Καρένινα» σε μετάφραση αγνώστου κι άλλες μηδαμινότατες κοινοτοπίες.

 

Επιτέλους έναν χώρο απλούστατο, έστω 1χ2, δίχως υποτιθέμενα προνόμια ή ξέχωρη αξία

Άνθρωποι χωρις καμιά ιδιαίτερη ιδεολογία, όχι αισθαντικότητα, όχι απογοητευμένοι, άνθρωποι απλώς!..  

[ΑΝΘΡΩΠΟΙ του Μανόλη Αναγνωστάκη κι άλλα ποιήματα από την ενότητα ΠΑΡΕΝΘΕΣΕΙΣ 1949]

 


ΤΟΠΙΟ (από τις ΠΑΡΕΝΘΕΣΕΙΣ του Μανόλη Αναγνωστάκη)

Ερειπωμένοι τοίχοι. Εγκατάλειψη.

Περασμένες μορφές κυκλοφορούνε αδιάφορα

Χρόνος παλιός χωρίς υπόσταση

Τίποτα πια δεν θ’ αλλάξει δω μέσα.

Είναι μια ήρεμη σιωπή μην περιμένεις απάντηση

Κάποια νύχτα μαρτιάτικη χωρίς επιστροφή

Χωρίς νιότη, χωρίς έρωτα, χωρίς έπαρση περιττή.

Κάθε Μάρτη αρχίζει μιαν Άνοιξη.

 

Το βιβλίο σημαδεμένο στη σελίδα 16

Το πρόγραμμα της συναυλίας για την άλλη Κυριακή

 

ΕΠΙΤΥΜΒΙΟΝ

Λυπηθήκαμε, ίσως, που θα ’φευγε μια μέρα από κοντά μας

Απρόσιτος, έστω, χειρονομούσε με κινήσεις ανέλπιδες

Ίσως αξιαγάπητος, ίσως –ή μάλλον – συμπαθητικός

Μέσα σ’ εναντιότητες, σ’ αβλεψίες, μ’ αξιοπρέπεια

Με μια χλαμύδα οδύνης ανιστόρητης

Καλλιεργώντας με σύνεση μαραμένα τριαντάφυλλα

Σε σχήμα καρδιάς ή ξεθωριασμένων αναμνήσεων.

Λυπηθήκαμε, ίσως, που θα ’φευγε μια μέρα από κοντά μας

Τόσο μονήρης, άψογος, κύριος μέσα σε κάθε επιτυχία

Μ’ έναν ήχο αναπότρεπτο –ολέθριος επίλογος -

Ο τελευταίος, αναντίρρητα, μιας παρακμής.

[από τη συλλογή του Μανόλη Αναγνωστάκη ΠΑΡΕΝΘΕΣΕΙΣ 1949]

 

ΕΠΙΓΝΩΣΗ (από τις ΠΑΡΕΝΘΕΣΕΙΣ του Μανόλη Αναγνωστάκη)

Όλα αυτά σου θυμίζανε τόσο έντονα ναυαγισμένες επικλήσεις

Ερειπωμένες επιθυμίες, όνειρα, χέρια ετοιμοθάνατα

(κάτω από κάθε υπόθεση ασφάλεια σχετική).

Πρέπει, λοιπόν, να συμπληρώσεις κάθε εικόνα σύμφωνα με τη θέλησή σου

Εδώ κάτι θ’ αλλάξει, να πούμε η παρουσία ενός τρίτου

Δημιουργώντας μια ποίηση πάνω από κάθε καταστροφή

Χωρίς να λησμονούμε κάποτε εντελώς τον προορισμό μας.

Αν τώρα πάλι από παντού καμιά ανταπόκριση

Κάτι απροσδόκητα ζημίωσε, κάτι που δεν το καταλάβαμε καλά.

 

Όμως εμείς, αν θέλετε, είμαστε έτοιμοι ακόμα.

 

ΣΤΟΝ ΝΙΚΟ Ε… 1949

Φίλοι

Που φεύγουν

Που χάνονται μια μέρα

Φωνές

Τη νύχτα

Μακρινές φωνές

Μάνας τρελής στους έρημους δρόμους

Κλάμα παιδιού χωρίς απάντηση

Ερείπια

Σαν τρυπημένες σάπιες σημαίες

 

Εφιάλτες,

Στα σιδερένια κρεβάτια

Όταν το φως λιγοστεύει

Τα ξημερώματα.

 

(Μα ποιος με πόνο θα μιλήσει για όλα αυτά;)

[Όπως δηλώνεται στον τίτλο, ΣΤΟΝ ΝΙΚΟ Ε…, με το ποίημα αυτό, (γραμμένο το 1949 στη φυλακή του Γεντί Κουλέ – Επταπύργιο -, όπου είχε οδηγηθεί ο ποιητής  κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου ζώντας την εφιαλτική εμπειρία του μελλοθάνατου), απευθύνεται στον Νίκο Εγγονόπουλο και δίνει μια δική του διάσταση για το ρόλο της Ποίησης σε δίσεκτους καιρούς με τον ακροτελεύτιο επιγραμματικό στίχο: «Μα ποιος με πόνο θα μιλήσει για όλα αυτά;». Είχε προηγηθεί η ΠΟΙΗΣΗ 1948, το ποίημα του Νίκου Εγγονόπουλου, όπου η ποιητική δήλωση του Εγγονόπουλου, δεν άφηνε κανένα περιθώριο για αισιόδοξη πρόβλεψη στο ίδιο θέμα:

«τούτη η εποχή του εμφύλιου σπαραγμού

δεν είναι εποχή για ποίηση κι άλλα παρόμοια:

σαν πάει κάτι να γραφεί

είναι ως αν να γράφονταν

από την άλλη μεριά αγγελτηρίων θανάτου…»

 

ΚΑΙ ΟΧΙ ΑΥΤΑΠΑΤΕΣ ΠΡΟΠΑΝΤΟΣ…

Το πολύ-πολύ, να τους εκλάβεις [τους στίχους μιας ζωής] σα δυο θαμπούς προβολείς μες την ομίχλη,    σαν ένα δελτάριο σε φίλους που λείπουν με τη μοναδική λέξη:   ΖΩ.    «Γιατί» όπως πολύ σωστά είπε κάποτε ο φίλος μου ο Τίτος,    «κανένας στίχος σήμερα δεν κινητοποιεί τις μάζες,    κανένας στίχος δεν ανατρέπει καθεστώτα»    Έστω. Ανάπηρος,   δείξε τα χέρια σου. Κρίνε για να κριθείς!...   Λέξεις- καρφιά, πρόκες – από τις ΠΑΡΕΝΘΕΣΕΙΣ και τους ΣΤΟΧΟΥΣ του Μανόλη Αναγνωστάκη για τη ΣΥΝΕΧΕΙΑ της ΑΓΑΠΗΣ, το ΦΟΒΟ που μας ενώνει με τους άλλους….   ΕΠΙΛΟΓΟΣ για τη ΣΙΩΠΗ, αυτό το δισταγμό ζωής, που δεν μας αφήνει να παραδεχθούμε την ήττα.   Πόσα κρυμμένα τιμαλφή, όμως, μπορούμε να σώσουμε,   πόσες φωλιές νερού να συντηρήσουμε μέσα στις φλόγες;   Όρθιοι και μόνοι σαν και πρώτα θα περιμένουμε…   Και ποιος να μας προσέξει, ποιος να μας λησμονήσει στη θέση που καθόμαστε;   Καλά φάγαμε, καλά ήπιαμε, καλά τη φέραμε τη ζωή μας εδώ μικροζημιές και μικροκέρδη συμψηφίζοντας.    Το θέμα είναι τώρα τι λες!

Παρασκευή, 26 Φεβρουαρίου 2021

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Α ΤΙ ΩΡΑΙΑ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΝΑ ΧΑΪΔΕΥΕΙΣ ΤΟ ΧΕΡΙ ΠΟΥ ΣΕ ΧΑΪΔΕΥΕΙ…

  (…και να κρατάς τον αέρα του, για να τον διαθέσεις στο μέλλον…) … σαν μέλλον ο κρυφός ο κήπος με τα οπωροφόρα, το φιλί που αγριεύεται κ...

ΔΗΜΟΦΙΛΕΙΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΕΤΟΥΣ